- υγροβιότοπος
- και υγρότοπος, ο, Νβιολ. ποτάμιος, λημναίος ή και θαλάσσιος χώρος με τις παρακείμενες εδαφικές εκτάσεις, όπου ζει και αναπτύσσεται ορισμένη χλωρίδα και πανίδα και όπου ορισμένα είδη έχουν όλες τις απαραίτητες συνθήκες για την εκπλήρωση μέρους ή ολόκληρου τού κύκλου τής ζωής τους.[ΕΤΥΜΟΛ. < υγρός + βίος + τόπος].
Dictionary of Greek. 2013.